Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2014

ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΒΙΣΤΑ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΟΚΩΜΗ


Ο επισκέπτης που θα περάσει λίγες στιγμές στην Παλαιοκώμη Σερρών, ίσως να μην ενθουσιαστεί ιδιαίτερα. Ίσως σκεφτεί ότι πρόκειται για έναν όμορφο οικισμό, χωρίς όμως κάποια ξεχωριστή αρχιτεκτονική. Τίποτε το ιδιαίτερο δηλαδή. Ένας καινούριος οικισμός λοιπόν, στον οποίο η ιστορία δεν έκανε τη χάρη να σταθεί για λίγο.Κι όμως τόσο κοντά σε Κωμοπόλεις με έντονα στοιχεία του παρελθόντος, όπως η Πρώτη και το Ροδολίβος Σερρών, αλλά και δίπλα σχεδόν στην Αρχαία Αμφίπολη.
Αυτή η εντύπωση που δίνει το χωριό μας με μια πρώτη ματιά  είναι λάθος.
Η Παλαιοκώμη αξίζει μια δεύτερη ανάγνωση που στο τέλος της θα αποζημιώσει  τον μελετητή για τον χρόνο του. Είναι ένας τόπος με πλούσιο παρελθόν, ενώ φιλοξενεί διαφορετικές πληθυσμιακές ομάδες, με την κάθε μία από αυτές να κουβαλά το δικό της ιστορικό φορτίο. Ίσως γι αυτό δεν έχει γίνει μέχρι τώρα κάποια εκτεταμένη προσπάθεια να καταγραφεί η πορεία της  μέσα στο χρόνο.Ένα μεγάλο κουβάρι γεγονότων και ανθρώπων που αποθαρρύνει όποιον θα ήθελε να διηγηθεί την περιπέτειά τους.
Εδώ θα προσπαθήσουμε να ξετυλίξουμε αυτό το κουβάρι χωρίς υπερβολές και ανακρίβειες.
Ας κοιτάξουμε πρώτα απ' όλα την γεωγραφία της περιοχής του Παγγαίου από την πλευρά των Σερρών. Καταλαβαίνουμε αμέσως γιατί παραμένει κατοικημένη αδιάλειπτα από τα χρόνια της αρχαιότητας μέχρι σήμερα. Από τη μια ο ορεινός όγκος του Παγγαίου, από την άλλη η υδάτινη μάζα της Λίμνης του Αχινού και στη μέση μια λωρίδα γης, ικανής όμως να συντηρήσει έναν πληθυσμό ανθρώπων. Ταυτόχρονα όμως μπορεί να επιτρέψει την μετακίνηση και την ανάπτυξη ενός στρατού.
Βρισκόμαστε λοιπόν σε ένα πέρασμα. Ένα πέρασμα διάσπαρτο από ενθύμια όσων έχουν ζήσει  αλλά και όσων έχουν περάσει από εδώ.
Η χώρα του Παγγαίου στην πλευρά των εκβολών του Στρυμόνα κατοικείται αρχικά από θρακικά φύλλα Ηδωνούς, Παναίους, Πιέρες, Δατηνούς, ενώ στη συνέχεια ιδρύονται αποικίες των νότιων Ελλήνων (Άργιλος, Αμφίπολη) αλλά και της  Θάσου .
Από εδώ θα περάσει ο στρατός του Ξέρξη  κατά την πορεία του προς την πανωλεθρία, εδώ θα διεξαχθεί η Μάχη του Δράβησκου αλλά και κάποιες από τις σπουδαιότερες μάχες του Πελοπονησιακού πολέμου.
Τελικά η περιοχή μας θα προσαρτηθεί στο βασίλειο της Μακεδονίας από τον Βασιλιά Φίλιππο και οι κάτοικοι της, Θράκες, Μακεδόνες, άποικοι  από την Αθήνα, την Άνδρο την Θάσο και αλλού, θα φτάσουν στις μέρες μας να ονομαστούν Θρακομακεδόνες. Στα Ρωμαϊκά χρόνια θα περάσει από την περιοχή ο Απόστολος Παύλος και η τοπική παράδοση θα διατηρήσει την ανάμνηση του, μεταφέροντας μας πως κύρηξε στο σημείο «Τουπόλο» έξω  από το Ροδολίβος. (Πρόκειται για τοπική προφορική παράδοση και την καταγράφουμε ως τέτοια προκειμένου να την διασώσουμε).
Στα πέριξ της Παλαιοκώμης υπάρχουν δύο αρχαία νεκροταφεία που μας έχουν δώσει ενεπίγραφα ειδώλια κι Ελληνικές επιτύμβιες επιγραφές  της  Ρωμαϊκής εποχής. Με συγκίνηση αναφέρουμε τα ονόματα Μέστος, Δουλέους, Διοσκουρίδης, Μαντώ, Εκαταίη, Κώραβος, ως τα αρχαιότερα διασωθέντα ονόματα ανθρώπων που πάτησαν τα ίδια χώματα με εμάς. 'Ολα είναι Θρακικά και Μακεδονικά και είναι γραμμένα στην Ελληνική γλώσσα. Ακόμη υπάρχουν ίχνη αγροικιών  καθως βρέθηκαν πήλινα δοχεία αποθήκευσης σιτηρών, επίσης της Ρωμαϊκής εποχής, ενώ στις παρυφές του βουνού πολύ κοντά στη Νέα Φυλή και στην Παλαιοκώμη  βρίσκουμε  βραχογραφίες. Οι ιστορικοί είναι βέβαιοι πως το χωριό μας κατοικείται από τα αρχαία χρόνια, αν και δεν μπορούν με βεβαιότητα να αναφέρουν το όνομα που είχε τότε. Άλλωστε η Αρχαία Εγνατία Οδός απείχε λιγότερο από τρία χιλιόμετρα στη σημερινή θέση Ζαβαρνίκια.
Βρισκόμενοι στη σκιά της Αμφίπολης, όλοι οι κάτοικοι του Παγγαίου ακολουθούν τη μοίρα της. Μετά το Μακεδονικό μεγαλείο  θα ακολουθήσει η Ρωμαϊκή κατάκτηση,  κατόπιν διαδοχικών πολέμων  και τη στιγμή που  εδραιώνεται η  ειρήνη ξυπνά ο αρχαίος εφιάλτης των βαρβαρικών επιδρομών.  Πρώτοι επιδρομείς τον 1ο αιώνα π.Χ. είναι οι Γαλάτες. Επόμενοι οι Θράκες σύμμαχοι του Μιθριδάτη, οι οποίοι κυριεύουν την πόλη πραγματοποιώντας μεγάλες καταστροφές. Ακολουθούν οι Έρουλοι το 297 Μ.Χ  και μετά οι Βησιγότθοι του Αλάριχου το 395 Μ.Χ.
Η μεγαλύτερη όμως καταστροφή της πόλης πιστεύεται πως έγινε από τον μεγάλο σεισμό  του 620 Μ.Χ. ενώ οι Σλάβοι ολοκλήρωσαν τον όλεθρο.  Φυσικά δεν έχουμε στοιχεία για το τι συνέβη ακριβώς στους μικρούς οικισμούς της περιοχής. Η  τύχη τους  όμως είναι σίγουρα συνδεδεμένη με αυτήν της γειτονικής Αμφιπόλεως.
Άγρια χρόνια. Ο Αρχαίος κόσμος πεθαίνει και ξεκινά ο Μεσαίωνας. Διοικητικά υπαγόμαστε στο Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος. Το Βυζάντιο!
Τον  δέκατο αιώνα ξεκινά η διαδικασία της λεγόμενης Αθωνικοποίησης στο κάτω μέρος της  κοιλάδας του Στρυμόνα. Οι Μονές του Αγίου όρους εξελίσσονται σε μεγάλους ιδιοκτήτες γης. Οι περισσότεροι κάτοικοι περνάνε στο καθεστώς του Παροίκου. Ίσως είναι λιγότερο σκληρό από όσο ακούγεται. Από τα στοιχεία που έχουμε συμπεραίνουμε πως η ζωή των Παροίκων είναι αρκετά υποφερτή σε σύγκριση με άλλες περιοχές του Βυζαντίου και της υπόλοιπης Ευρώπης. Έχουν δική τους περιουσία την οποία κληροδοτούν στα παιδιά τους και δεν θεωρούνται δούλοι.  Αυτό βέβαια ισχύει για τις ειρηνικές περιόδους. Δυστυχώς αυτές δεν είναι και τόσο πολλές. Το 1185 Μ.Χ.  πραγματοποιούν επιδρομή οι Νορμανδοί  αφήνοντας πίσω τους σπαράγματα.
Ο κυριότερος κίνδυνος όμως είναι οι Σλάβοι,  καθώς οι επιδρομές τους ακολουθούνται από προσπάθεια Σλαβικής διείσδυσης και αλλοίωσης του πληθυσμιακής σύνθεσης του τόπου. Έτσι στο τέλος του δωδέκατου αιώνα περνά από τα μέρη μας και ο Βούλγαρος Τσάρος Ιωαννίτζης, ο αυτοαποκαλούμενος Ρωμαιοκτόνος. Στην προσπάθειά του να εξαφανίσει οτιδήποτε Ελληνικό , καίει , σκοτώνει, γκρεμίζει. Τελικά θα καταλήξει μια θλιβερή υποσημείωση στην ιστορία. Κατόπιν περνούν οι Καταλανοί μισθοφόροι, φυσικά γκρεμίζοντας τα πάντα και τέλος οι Σέρβοι για τους οποίους δεν ξέρουμε αν κατέστρεψαν κάτι .
Η Αμφίπολη παύει να υφίσταται ως μεγάλη πόλη και την θέση της παίρνουν μικρότερα πολίσματα, όπως η Χρυσόπολις στα παράλια, το Μαρμάριον στην θέση του ομώνυμου πύργου, ο Χάνδακας επίσης στον ομώνυμο πύργο του Χάνδακα, αλλά στην απέναντι πλευρά του Στρυμόνα , η Λουκκοβικεία σε ημιορεινή τοποθεσία στο τελείωμα του Παγγαίου, η Πανυγηρίστρα στην θέση της σημερινής Νέας Μεσολακιάς, η Δεκαλίστα στις όχθες της Λίμνης του Αχινού από την πλευρά που «βλέπει» στην σημερινή Παλαιοκώμη, η Αβαρνίκεια, το Σέμαλτον και άλλοι .
Τότε έχουμε και την πρώτη εμφάνιση σε επίσημο έγγραφο του χωριού,  στην πρώτη δεκαετία του δωδέκατου αιώνα. Σε απογραφικό κατάλογο της Μονής Ιβήρων που αφορά το χωριό Ραδολίβος αναφέρεται και η Πρεβίστα ή αλλιώς Πρέκβιτζα.
Πρεβίστα. Όνομα ξενόηχο. Κάποιοι το χαρακτηρίζουν Σλαβικό, δεν καταφέρνουν όμως να το ετυμολογήσουν  ικανοποιητικά κι έτσι  δε μας πείθουν. Άλλωστε υπάρχει πλήρης έλλειψη Σλαβικών μικροτοπονυμίων στα περίχωρα κι αυτό έχει τη σημασία του. Η αναφορά του  Αστέριου Γούσιου, πως το όνομα είναι εξέλιξη του Πρωτίστα , ως πρώτη κτήση της Μονής Εικοσιφοίνισας, θεωρείται ανακριβής από τον τότε Λόγιο Βιβλιοθηκάριο της Μονής Δαμασκηνό Μοσχόπουλο. Πιθανότερη θεωρούμε την προέλευση του ονόματος από την Λατινική γλώσσα κάτι που ισχύει και για το γειτονικό Σέμαλτο, το σημερινό Μικρο Σούλι.
Ο κόσμος αλλάζει. Στα 1297 το χωριό μας ανήκει στον Αλέξιο Ραούλ Κομνηνό. Μετά από αλλεπάλληλες αγοραπωλησίες και δωρεές ιδιοκτήτρια εμφανίζεται η  Θεοδώρα Παλαιολογίνα στις αρχές του δέκατου τέταρτου αιώνα ,  η οποία αν και διαμένει στη Βασιλεύουσα είναι από τους μεγαλύτερους ιδιοκτήτες γης στην Ανατολική Μακεδονία. Η Παλαιολογίνα πουλά το χωριό στον Τσάρο των Βουλγάρων Μιχαήλ Ασάν Σισμάν κι αυτός σαν καλός Χριστιανός το δωρίζει στην Μονή Ζωγράφου του Αγίου Όρους. Μόνο που οι καινούριοι ιδιοκτήτες θέλουν να γνωρίζουν τι εισοδήματα θα έχουν από το καινούριο τους απόκτημα.
Αυτό που θα μείνει για εμάς είναι ένας απογραφικός κατάλογος με τις οικογένειες που μένουν εδώ. Ονόματα , σύζυγοι , παιδιά , ιδιοκτησίες , οφειλές ,τα πάντα . Διακρίνουμε τρεις μεγάλες οικογενειακές ομάδες με διάφορα παρακλάδια -Γουδέλης, Κατωτικός, Μερζάνος, καθώς και τα μικρά ονόματα και τα επαγγέλματα όλων των κατοίκων του χωριού. Από το συγκεκριμένο έγγραφο που βρίσκεται υπό μελέτη στη Μονή Ζωγράφου εξάγονται πολύτιμα συμπεράσματα όσον αφορά την κοινωνική οργάνωση της Ανατολικής Μακεδονίας αυτή την περίοδο. Ένας κάτοικος προσδιορίζεται ως Σέρβος κι ένας ως Βούλγαρος. Οι υπόλοιποι είναι εντόπιοι Έλληνες. Το χωριό Πρεβίστα υπάγεται διοικητικά στο Θέμα Στρυμόνος, Καπετανίκιον Ζαβαλτίας.
Το 1378  στο εκκλησιαστικό δικαστήριο της Ζίχνας, σε διαμάχη Μοναστηριών για την ιδιοκτησία υδρόμυλων στο χωριό Χάνδακας του Στρυμόνα, κατέθεσαν δύο κάτοικοι της Πρεβίστας. Αν κι εξαρτημένοι γεωργοί λοιπόν οι πάροικοι έχουν λόγο που βαραίνει στα δικαστήρια .
Στο τέλος του 14ου αιώνα έχουμε μια αναφορά πως κάποιος στρατιώτης ονόματι Μιχαήλ γιος του Δανιήλ, εκπίπτει στο καθεστώς του παροίκου με αυτοκρατορικό διάταγμα και εγκαθίσταται στην Πρεβίστα που ήταν ο τόπος καταγωγής του.
Στα αμέσως επόμενα χρόνια (1383Μ.Χ.) ο Οθωμανός στρατηγός Γαζή Αχμέτ  Εβρενός κατακτά την περιοχή μας στο όνομα του Παντισάχ Μουράτ Α΄. Ήταν καιρός. Ακούγεται άσχημα σε μας.  Όμως εκείνα τα χρόνια  ήταν προτιμότερη η κτηνώδης δύναμη των Σουλτάνων, από την απάθεια του μακρινού Βυζαντίου. Ενός Βυζαντίου που το μόνο που ήξερε ήταν να φορολογεί χωρίς να προσφέρει προστασία.
Τουρκοκρατία λοιπόν!
Η θέση των κατοίκων της περιοχής μας είναι σχετικά καλή. Τα δίκαια των Αθωνικών μονών αναγνωρίζονται από τους κατακτητές, με αποτέλεσμα ένα τρόπο ζωής υποφερτό. Πάντα βέβαια με τα δεδομένα εκείνης της εποχής. Η Μονή Παντοκράτορα είναι πλέον αυτή που διαθέτει κτήματα στην Πρεβίστα, κάτι που δεν θα αλλάξει μέχρι την απελευθέρωση. Βέβαια έχουμε εισροή Τούρκων εποίκων που αλλάζουν αρκετά την δημογραφία του τόπου. Αλλάζουν και την οικονομία. Οι καινούριοι κάτοικοι είναι κυρίως κτηματίες, ακόμη και τσιφλικάδες. Στο χωριό μας  οι Μουσουλμάνοι λειτουργούν ιεροδιδασκαλείο και Τέμενος. Είναι εύποροι και ζουν σε σχετική αρμονία με τους Έλληνες. Και πάλι η μαρτυρία κατοίκων σε δικαστήριο υπό τον καδή της Ζίχνης το 1584 σε διαμάχη μεταξύ της μονής Παντοκράτορα και κάποιου Τούρκου ονόματι Ινέμπεη, (την οποία κέρδισε η μονή), μας δηλώνει πως η μαρτυρία τους αναγνωρίζεται από τους Οθωμανούς ως μαρτυρία ελεύθερων ανθρώπων.
Είναι όμως εχθροί !!!
 Το 1623 σύμφωνα με το χρονικό των Σερρών του Παπασυνοδινού, απαγχονίζεται στο χωριό Χάνδακας, ο Αδάμης του Καραπαπά από την Προβίστα. Οι Τούρκοι τον κατηγόρησαν  για ασέβεια στην θρησκεία τους και συνεργασία με τους Φράγκους.
Η αλήθεια είναι άλλη. Ο Αδάμης συγκέντρωνε στοιχεία για την φορολογική καταπίεση του πληθυσμού από το τοπικό άρχοντα Μεχμέτ Γιασατζή, τα οποία είχε σκοπό να μεταβιβάσει στην Κωνσταντινούπολη. Σύμφωνα πάντα με τον Παπασυνοδινο, ήταν άνδρας έντιμος που κρατούσε τον λόγο του. Σήμερα δυστυχώς είναι ξεχασμένος. Αυτό ίσως είναι κάτι που η σημερινοί κάτοικοι του χωριού θα πρέπει να το διορθώσουν.
Ο καιρός περνάει κάτω από την διακυβέρνηση των Οθωμανών με περιόδους δύσκολες κι εύκολες. Με αφορμή τα διάφορα επαναστατικά κινήματα που εκδηλώνονται κατά καιρούς, προσπαθούν να αφαιρέσουν γη και προνόμια από τις Μονές της χερσονήσου του Άθω. Καταγράφονται δολοφονίες μοναχών και τρομοκρατία. Τελικά όμως τα Μοναστήρια καταφέρνουν να διατηρήσουν τον ρόλο τους στην περιοχή.
Κάπου εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε την σύγχυση που προκαλείται λόγου του ομόηχου των ονομάτων Προβίστα , που αναφέρεται και ως Πρεβίστα ή Πραβίστα,  με το Πράβι, την σημερινή Ελευθερούπολη , η οποία πολλές φορές ονομάζεται και Πράβιστα. Αποτέλεσμα στην εκκλησιαστική αλληλογραφία της εποχής αλλά και σε πολλές  μελέτες να γίνονται λάθη.
Οι Μπονόβας και Τσαρουχάς στο έργο τους «Τα μετόχια Προβίστα Αγιασμάτι Γιενίκιοϊ», θεωρούν πολύ πιθανόν η πορεία του Νικοτσάρα να καταγράφεται λανθασμένα.
Ίσως πρέπει να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι. Το 1807 οι Ρώσοι θέλησαν να δημιουργήσουν αντιπερισπασμό στην Μακεδονία ούτως ώστε να βοηθηθεί έτσι το κίνημα του Καραγεώργη στην Σερβία . Γι αυτόν τον λόγο προσέλαβαν τον αρματολό του Ολύμπου Νικοτσάρα . Αυτός με Έλληνες και Αλβανούς μισθοφόρους προσπάθησε να δημιουργήσει αναταραχή στην περιοχή της Ζίχνας , ενώ στη συνέχεια είχε σκοπό να μεταβεί στη Σερβία. Το σχέδιο ήταν παράτολμο και τελικά δεν πέτυχε.
Η τελική μάχη πιστεύεται πως έγινε σε γέφυρα κοντά στο Πράβι όμως όπως αναφέρουμε πιο πάνω υπάρχει η πιθανότητα να έγινε σε γέφυρα κοντά στην Προβίστα. Ας έχουμε υπόψιν μας τις δυνατότητες επιτόπιας έρευνας των ιστορικών της εποχής. Στ΄ αλήθεια ήταν περιορισμένες. Άλλωστε και το δημοτικό τραγούδι που περιγράφει τα γεγονότα, παρουσιάζει την Ζίχνα να γειτονεύει με το Πράβι: «την Ζίχνα να πατήσωμε, το έρημο το Πράβι». Την ίδια άποψη υποστηρίζουν και ο Γάλλος FURIEL καθώς και ο Αρχιμανδρίτης Γαβριήλ ηγούμενος της Μονής Διονυσίου του Αγίου Όρους.
Τον 19ο αιώνα το όνομα του χωριού έχει διαμορφωθεί πλέον σε Προβίστα και οι κάτοικοι ασχολούνται με την παραγωγή δημητριακών και το εμπόριο . Υπάρχουν βέβαια και πολλοί τεχνίτες ανάμεσά τους ενώ το 1894 εισάγεται η καλιέργεια του καπνού .Οι Οθωμανοί κάτοικοι είναι κτηματίες και  τα μοναστήρια του Άθω δεν είναι πλέον οι απόλυτοι ιδιοκτήτες γης . Εξακολουθούν όμως να διαθέτουν μετόχια .Μάλιστα αναφέρεται η ύπαρξη μοναστηριακού πύργου στο κέντρο του χωριού οπού διαμένουν μοναχοί και συγκεντρώνονται οι σοδιές.
Εκείνη την εποχή η κοινότητα θα γαλουχήσει έναν σπουδαίο άντρα, τον Πολύκαρπο Θεολογίδη. Το τέκνο αυτό του χωριού μας μετά από τις σπουδές του στη Χάλκη ανέλαβε σημαντικές αποστολές για λογαριασμό του Πατριαρχείου στη Σερβία και αλλού, για να να χειροτονηθεί τελικά στις 6 Φεβρουαρίου του 1900 Μητροπολίτης Δεβρών και Βελισού.
Στο μεταξύ μια ευτυχής για εμάς συγκυρία αναγκάζει το 1900 τον Βρετανό περιηγητή Τζωρτζ Φρεντερίκ Άμποτ, να παρεκλίνει από την πορεία του. Φιλοξενείται από  έναν εύπορο συγχωριανό μας  και περνάει μια νύχτα εδώ. Στο βιβλίο: «ΕΝΑΣ ΑΓΓΛΟΣ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΤΟΥ 1900», θα αφιερώσει ένα κεφάλαιο στην Προβίστα, δίνοντας μας πολύ ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την μορφή που είχε τότε ο οικισμός. Την εποχή εκείνη το χωριό μας αριθμούσε 750 Έλληνες κατοίκους και 500 Τούρκους .
Είναι το τέλος της Οθωμανικής ειρήνης για το Παγγαίο.
Οι αναδυόμενοι εθνικισμοί των Βαλκανικών λαών τους οδηγούν να διεκδικήσουν με λύσσα την κυριαρχία στη Μακεδονία. Εμφανίζονται αρχικά ως ελευθερωτές για τους χριστιανούς και κατόπιν ως καταπιεστές και τρομοκράτες για όποιον υπάρχει υποψία πως είναι σε άλλη παράταξη. Ξεκινάει ο Μακεδονικός αγώνας με κύριους ανταγωνιστές τους Έλληνες και τους Βούλγαρους. Επικρατεί το δόγμα πως όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας.
Για τους χωρικούς δεν υπάρχουν περιθώρια ουδετερότητας. Στην Προβίστα  εκτός από τα περιθώρια δεν υπάρχει ούτε η διάθεση για ουδετερότητα. Όλοι είναι λίγο ως πολύ αναμεμιγμένοι. Γίνεται συγκέντρωση χρημάτων και αγοράζονται όπλα με έξοδα των κατοίκων. Στον κόλπο του Ορφανού ξεφορτώνεται τα βράδια πολεμικό υλικό και στη συνέχεια κρύβεται για να μεταφερθεί πάλι βράδι στη Ζίχνα και στις Σέρρες. Η Επαρχία Φυλλίδος έχει την τύχη να τελεί υπό την προστασία του Καπετάνιου Δούκα Γαιτατζή από τις Σέρρες. Ο υπαρχηγός του, Βασίλειος Τσουβαλτζής από το Ροδολίβος είναι υπεύθυνος για το Παγγαίο. Οι Βούλγαροι βέβαια προσπαθούν να αποκτήσουν ερείσματα εδώ, όμως δεν καταφέρνουν τίποτε. Στις 16 Ιουνίου 1907 γίνεται μάχη έξω από το χωριό κατά την οποία το σώμα του Δούκα κατατροπώνει τους Κομιτατζήδες. Είναι  ένας βρώμικος πόλεμος! Ευτυχώς τελειώνει με την επανάσταση των Νεοτούρκων το 1908. Η Αθήνα κηρύσσει το τέλος των εχθροπραξιών. Ο Βασίλειος Τσουβαλτζής όμως ψημένος στον αγώνα και γνωρίζοντας τα σχέδια των Βουλγάρων για την περιοχή, προβλέπει την έκρηξη των Βαλκανικών πολέμων και πιέζει τους κατοίκους να συνεχίσουν κρυφά να εξοπλίζονται. Δεν εισακούγεται.
Το 1912 η μικροσκοπική Ελλάδα μπαίνει στη φωτιά του πρώτου Βαλκανικού πολέμου. Η Βουλγαρία προβλέπει πως μόνο στη θάλασσα θα έχουμε επιτυχίες.
 Η Τουρκία μας κοιτά υπεροπτικά. Άλλωστε μας είχε κατατροπώσει το 1897.
Μας υποτίμησαν! Νικάμε παντού και παίρνουμε την Θεσσαλονίκη κάτω από το έκπληκτο βλέμμα της Ευρώπης. Τον Οκτώβριο του 1912 ο Καπετάνιος Δούκας, επικεφαλής σώματος Προσκόπων, απελευθερώνει το Παγγαίο και το Φεβρουάριο του 1913 το  παραδίδει στον Λοχαγό Κωνσταντίνο Ροντήρη. Ο Στρατηγός Μανουσογιαννάκης καταφτάνει και εγκαθιστά το αρχηγείο του στο Τουρκικό χωριό Δεδέμπαλη.
Ο Πρώτος Βαλκανικός πόλεμος έχει τελειώσει με νίκη του συνασπισμού Σέρβων Ελλήνων Βουλγάρων Μαυροβούνιων και ήττα της Τουρκίας. Δεν αρχίζει όμως η ειρήνη. Συνεχίζεται ο πόλεμος με άλλο όνομα: Δεύτερος Βαλκανικός. Η Βουλγαρία, προσπαθώντας να γίνει η νέα περιφερειακή δύναμη,  πολεμά εναντίον όλων. Στις 8 Μαίου  1913 διεξάγεται η μάχη της Βουλτσίστας και ο Ελληνικός  στρατός υποχωρεί αρχικά στην Προβίστα. Οι Βούλγαροι φαίνεται να επικρατούν, δικαιολογώντας όσους τους αποκαλούν Πρώσους των Βαλκανίων. Οι κάτοικοι του χωριού όπως και αυτοί των γειτονικών οικισμών κατευθύνονται πανικόβλητοι στο λιμάνι της Αμφιπόλεως Τσάγιεζι. Από εκεί μεταφέρονται με ατμόπλοια στην Χαλκιδική . Θα επιστρέψουν όμως μια και ο Ελληνικός στρατός τελικά θα επικρατήσει . Η Ελλάδα γιγαντώνεται φτάνοντας  μέχρι την Θράκη.
Η ειρήνη όμως αργεί. Το 1914 ξεσπά ο Πρώτος Παγκόσμιος πόλεμος. Ξεσπά ο Εθνικός διχασμός. Ο Βασιλιάς επιτρέπει στους Γερμανοβουλγάρους να καταλάβουν προσωρινά την περιοχή ανάμεσα στον Νέστο και τον Στρυμόνα, προκειμένου να σεβαστούν την ουδετερότητά μας .
Ο Βενιζέλος έχει άλλη γνώμη. Ερχόμενος στη Θεσσαλονίκη εγκαθιστά επαναστατική κυβέρνηση και μπαίνει στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ.
Δύο κυβερνήσεις, ένας λαός, ένας πόλεμος και  ένα θύμα: Ο Ελληνισμός!
Ξεκινά γενοκτονία κανονική, ίσως η πρώτη στην Ευρώπη , με εκτελεστές τους Βουλγάρους και θεατές τους Γερμανούς. Οι άντρες αποστέλλονται όμηροι σε διάφορα στρατόπεδα συγκέντρωσης και εργάζονται σε ορυχεία , σε κατασκευή σιδηροδρόμων και σε αγρούς. Δεν τους προσφέρουν ούτε τα βασικά για την επιβίωσή τους, ενώ οι ξυλοδαρμοί και οι δολοφονίες γίνονται ρουτίνα.
Πίσω στα χωριά μας επικρατεί χάος. Βιασμοί δολοφονίες κατάσχεση περιουσιών , καταναγκαστικά έργα. Το χωριό μας καίγεται ολοσχερώς προκειμένου να γίνουν εκεί οχυρώσεις. Το τέλος βέβαια του πολέμου το 1918, βρίσκει την Ελλάδα στο στρατόπεδο των νικητών, όμως το τίμημα είναι ασήκωτο. Οι κάτοικοι εξαθλιωμένοι προσπαθούν να επιβιώσουν κατοικώντας μέσα στα ορύγματα του πολέμου.  Η επιστροφή των ομήρων γίνεται υπό απαράδεκτες συνθήκες.  Σύμφωνα με τα αρχεία του Ερυθρού σταυρού, καθώς και του περιηγητή του στρατού Καλιαγκάκη Δημητρίου τα χωριά Λακκοβήκια, Προβίστα και Σέμαλτο είναι ολοκληρωτικά κατεστραμένα.
Τα επόμενα χρόνια έρχονται να προστεθούν στον ήδη ταλαιπωρημένο πληθυσμό οι πρόσφυγες από την περιοχή του Ακ Δακ Μαντέν του Πόντου  και από την Ισπάρτα Πισιδίας της Μικράς Ασίας. Από το παλιό χωρό μένει μόνο ο μεταβυζαντινός Ναός της Παναγίας κι ένα από τα τέσσερα γεφύρια που υπήρχαν παλιά. Χτίζεται νέος οικισμός βόρεια του παλαιού.  Με απόφαση του Βενιζέλου το 1928 η εταιρία  ΜΟΝΚΣ ΓΙΟΥΛΕΝ ξεκινά τα έργα αποξήρανσης της Λίμνης του Αχινού, ενώ  το όνομα του χωριού αλλάζει σε Παλαιοκώμη. Το 1933 απαλοτριώνονται τα Μοναστηριακά κτήματα. Η Μονή Παντοκράτορα παύει να είναι ιδιοκτήτης γης  στο χωριό μας, αφού για πολλούς αιώνες  το προφύλαξε από την Τουρκική αυθαιρεσία. Υπάρχει πλέον γη για όλους, κάτι που κάνει πολλούς κατοίκους άλλων περιοχών να μετοικήσουν εδώ. Έρχονται από την Χαλκιδική και από άλλα σημεία της Μακεδονίας και μαζί με τους πρόσφυγες και τους εναπομείναντες ντόπιους αρχίζουν να δημιουργούν αυτό που εμείς θα παραλάβουμε ως χωριό μας.
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος δοκιμάζει τους χωριανούς μας συνοδευόμενος από νέα κάθοδο της Βουλγαρίας και προσπάθεια εκσλαβισμού. Η Ελληνική γλώσσα   απαγορεύεται και οι άνθρωποί μας προσπαθούν να επιβιώσουν σε ένα περιβάλλον που γίνεται τουλάχιστον εχθρικό. Σε τοποθεσία έξω από την Παλαιοκώμη συλλαμβάνονται τα μέλη της ηγεσίας του ΕΑΜ Ανατολικής Μακεδονίας και εκτελούνται. Ξεκινά νέα ομηρεία για τους Έλληνες του Βουλγαρικού τομέα, υπό μορφή επιστράτευσης, τα γνωστά μας Ντουρντουβάκια.
Δυστυχώς το τέλος του πολέμου ακολουθείται από την έκρηξη του Εμφυλίου , για τον οποίο δεν επιθυμούμε να αναφερθούμε εκτενώς.
Το 1954 εγκαθίστανται μόνιμα οι Σαρακατσάνοι στην Παλαιοκώμη. Αυτοί οι φυγάδες με τις μαύρες κάπες, τελειώνοντας την πολύχρονη περιπλάνησή τους, θα συμπληρώσουν το πληθυσμιακό παζλ του χωριού μας. Οι περισσότεροι θα εγκαταλείψουν την κτηνοτροφία και θα ασχοληθούν  με ιδιαίτερη επιτυχία με την γεωργία.
Την δεκαετία του εξήντα το μεταναστευτικό ρεύμα προς την Γερμανία αλλά και προς τα μεγάλα αστικά κέντρα γνωρίζει πραγματική έκρηξη. Αυτοί που μένουν προοδεύουν. Το 1991  η κοινότητα, μαζί με τον οικισμό της Νέας Φυλής έχει 1558 εγγεγραμένους δημότες. Εκείνη την περίοδο, οι κάτοικοι αναλαμβάνουν να φιλοξενήσουν στα σπίτια τους παιδιά από την σπαρασσόμενη Γιουγκοσλαβία. Ακόμη παραχωρείται για ένα διάστημα το κτίριο του παλιού Δημοτικού σχολείου (επι Δημαρχιας Δημητρίου Α.  Παπαδόπουλου) , προκειμένου να φιλοξενηθούν οικογένειες από την πρώην Σοβιετική Ένωση. Οι Παλαιοκωμήτες γνωρίζουν τι θα πει ανθρώπινος πόνος και δεν μένουν θεατές, αλλά διαμορφώνουν καταστάσεις και συμπεριφορές.
Σήμερα η κοινότητά μας είναι ένα δεμένο σύνολο ανθρώπων, αποτελούμενη από ομάδες διαφορετικής γεωγραφικής προέλευσης όπως αναφέραμε στην αρχή της εργασίας μας.

Ίσως κάποιοι να πιστεύουν πως  με τις τόσες διαφορετικές καταβολές μας , μπορεί να αισθανόμαστε λίγο μπερδεμένοι όσον αφορά την  ταυτότητά μας .
Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει και το καταλαβαίνει κανείς όταν μας ακούει να προφέρουμε τη λέξη «χωριανός» . Τελικά όλοι εμείς είμαστε αυτό από το οποίο προήλθαμε αλλά και αυτό στο οποίο εξελιχθήκαμε . Είμαστε αυτό που αποφάσισε η μοίρα και δημιούργησε η ιστορία . Είμαστε Παλαιοκωμήτες .



   ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ- ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

(1)ΗΡΟΔΟΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑ.

(2)ΓΑΡΟΥΦΑΛΗΣ Δ., Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΑΜΦΙΠΟΛΗΣ , ΑΡΘΡΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΟ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2012.

(3)  ΠΑΡΧΑΡΙΔΟΥ – ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ Μ., ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΗ ΠΡΟΘΕΣΗ ΤΟΥ 18 ου ΑΙΩΝΑ  ΑΠΟ ΤΗ ΜΟΝΗ ΕΙΚΟΣΙΦΟΙΝΙΣΑΣ,  ΚΕΝΤΡΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ 2009.

(4) ΔΙΑΡΚΗΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΚΥΡΗΓΜΕΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΧΩΡΩΝ ΚΑΙ ΜΝΗΜΕΙΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ. 

(5) ΣΑΜΣΑΡΗΣ Π., ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΤΟΠΟΙ, ΕΘΝΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ. ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΩΝ  ΔΙΑΤΡΙΒΩΝ 2004.

(6) ΑΓΟΡΙΤΣΑΣ  Δ.,ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΣΤΡΥΜΩΝΑ 7ος-12ος ΑΙΩΝΑΣ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ 2004 .

(7)ΣΥΛΟΓΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ, ΘΡΑΚΙΚΗ ΕΣΤΙΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ.

(8)ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ ΔΗΜΗΤΣΑΣ, ΑΡΧΑΙΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ,1874.

(9) ΣΑΜΣΑΡΗΣ Δ.,  ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ 1976.

(10) LEFORT OIKONOMIDES PAPACHRYSSANTHOY KRAVARI METREVELI,ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΜΟΝΗΣ ΙΒΗΡΩΝ ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΤΟΜΟΣ  ACTES D' IVIRON .

(11)MAX VASMER, DIE SLAVEN IN GRIECHENLAND.

(12) ΓΟΥΣΙΟΣ ΑΣΤΕΡΙΟΣ, Η ΚΑΤΑ ΤΟ ΠΑΓΓΑΙΟΝ ΧΩΡΑ, 1894.

(13) ΜΕΡΤΖΙΔΗΣ ΣΤ., ΑΙ ΧΩΡΑΙ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΣΦΑΛΜΕΝΗΣ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΙΣ, ΑΘΗΝΑΙ 1885.

(14) ΜΑΥΡΟΜΑΤΗΣ ΛΕΝΟΣ, L A  P R O N O I A  D ' A L E X I S C O M N È N E  R A O U L  À P R E V I S TA , ΠΗΓΗ  ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΣΥΜΜΕΙΚΤΑ ( ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΑ)

(15)  ΜΑΥΡΟΜΑΤΗΣ ΛΕΝΟΣ, Η ΠΡΌΝΟΙΑ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΆΧΟΥ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΆΧΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΑΝΤΑΚΑ (1333-1378).

(16) ΠΑΠΑΚΥΡΙΑΚΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΣΕΡΡΩΝ ΑΠΟ ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΩΝ ΧΡΟΝΩΝ ΜΕΧΡΙ ΤΗΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕΩΣ ΤΟΥ, 1912 1913.

(17)  ΚΑΣΔΑΓΛΗ ΛΑΙΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ, ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΕΠΟΧΗ.

(18)ΠΑΠΑΣΥΝΟΔΙΝΟΣ ,ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΩΝ ΣΕΡΡΩΝ, 17ος ΑΙΩΝΑΣ

(19) ΤΣΑΡΟΥΧΑΣ Ι. –  ΜΠΟΝΟΒΑΣ Ν.,ΤΑ ΜΕΤΟΧΙΑ ΓΕΝΙΚΙΟΪ ΑΓΙΑΣΜΑΤ(Ι) ΠΡΟΒΙΣΤΑ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΩΝ ΣΕΡΡΩΝ.

(20) ΒΑΡΣΑΜΗ ΔΕΣΠ., ΝΙΚΟΤΣΑΡΑΣ Ο ΑΕΤΟΣ ΤΟΥ ΟΛΥΜΠΟΥ,ΑΡΘΡΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΟ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΕΥΧΟΣ 96

(21)  ΠΕΤΡΑΤΟΣ Π., ΚΑΒΑΛΑ, ΜΕΣΟΡΟΠΗ, ΜΟΥΣΘΕΝΗ ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΤΟΥΣ
ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ:
ΑΠΟ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΚΕΦΑΛΛΟΝΙΤΗ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ
***
 (22)ΤΕΤΡΑΔΙΑ ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ 1916-18, ΙΣΤΟΡΙΚΟ Κ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΚΑΒΑΛΑΣ,ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΡΟΥΔΩΜΕΤΩΦ Ν.
(23) ΚΑΡΤΣΙΟΣ Β., HΓENOKTONIA TOY EΛΛHNIΣMOY ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ.
(24) (C.W. Blegen, Diary 6 November to 3 December 1918. ΑΡΧΕΙΑ ΕΡΥΘΡΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ
(25) ΠΡΑΖΙΩΤΗΣ  Ι.,ΖΙΧΝΗ ΤΟ ΧΡΥΣΑΦΙ ΤΩΝ ΣΕΡΡΩΝ,ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ.

(26) ΦΥΝΔΑΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΝΕΣΤ., ΤΟ ΧΡΥΣΟΦΟΡΟ ΠΑΓΓΑΙΟ, ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ 2004
 (27) ΧΑΝΔΡΙΝΟΣ ΙΑΣΩΝ,Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ,ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ «ΕΘΝΟΣ>».
(28) ΚΡΑΒΑΡΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ, ΑΡΧΕΙΑ ΜΟΝΗΣ ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΑ.
(29)ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ Ν.ΣΟΛΩΝ,, ΦΟΒΕΡΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ ΟΙ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ , ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ «ΤΑ ΝΕΑ».
(30) REGEL, E. KURTZ ET В. KORABLEV,AΡΧΕΙΑ ΜΟΝΗΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥW.

(31)ΠΑΛΑΜΗΔΟΥΣ  Ι.ΑΘ.,ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΓΓΑΙΟΥ.

(32) ) ΓΕΝ. ΕΠΙΤΕΛΕΙΟΝ ΣΤΡΑΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ , Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ ΚΑΙ ΤΑ ΕΙΣ  ΘΡΑΚΗΝ ΓΕΓΟΝΟΤΑ,1979.

(33) ABBOTT GEORGE FREDERIC, ΕΝΑΣ ΑΓΓΛΟΣ ΣΤΗΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΤΟΥ 1900, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ 2007

(34)ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΠΑΛΑΙΟΚΩΜΗΣ
(35)ΑΡΧΕΙΟ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ.

(36)ΑΡΧΕΙΟ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ.

(37)  ΑΥΓΕΡΗ ΣΟΦΙΑ, «ΝΤΟΥΡΝΤΟΥΒΑΚΙΑ» ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΕ ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΑ ΤΑΓΜΑΤΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ”, 24grammata.

(38)ΑΣΗΜΑΚΗ ΣΤ.,ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΣΤΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΜΕ ΚΑΤΑΛΗΞΗ -ΟΒΑ -ΟΒΟ -ΙΤΣΑ -ΙΣΤΑ.









Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2012


ΤΟ ΣΥΜΒΑΝ


Πίνεις τον καφέ σου στην αυλή. Χωριό αγαπημένο, σπίτι πατρικό, γαλήνη.
Η μάνα γεμάτη καμάρι σου χαρίζει ένα απ τα σπάνια χαμόγελά της.
Καμαρώνει για σένα.
Όχι πως έγινες κάτι σπουδαίο στη ζωή σου. Όχι βέβαια. Είσαι όμως κάτι σπουδαίο στα μάτια τα δικά της.
Στ' αλήθεια!
 Eκείνος στέκεται απέναντι όπως πάντα. Χαμογελάει με συγκατάβαση κι έχει το δικό σου πρόσωπο, όπως πάντα.
«Εμείς ξέρουμε την αλήθεια. Έτσι φίλε;»
Ακούς τη φωνή δίχως ήχο μες το κεφάλι σου. Ρωτάς:«Θα φύγεις ποτέ στ' αλήθεια;»
«Δε μ' αφήνεις να φύγω». Απαντάει κι εξαφανίζεται μέχρι την επόμενη φορά.
Θα ξανάρθει να πει τα ίδια λόγια, όταν η κόρη σου θα σε κοιτάζει μ' εμπιστοσύνη, όταν η γυναίκα σου θα σου δώσει ένα πεταχτό φιλί με αγάπη, όταν θα πιστεύεις πως όλα θα πάνε καλά.
Χωρίς μελοδραματισμούς, θα πει τα ίδια λόγια και θα απομακρυνθεί. Αόρατος σε όλους εκτός από σένα.
Και πέρασε καιρός  γαμώ το.
Ήταν το ενενήντα δύο κι εσύ νεαρός στρατιώτης στην Ξάνθη, περίοδος Αποκριάς.
Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν τον γνώρισες πραγματικά, βρέθηκες εκεί όταν έπρεπε και τίποτα δεν πήγε καλά.
Εξοδούχος την Κυριακή ήταν μεγάλη υπόθεση αλλά δεν είχες να πας πουθενά.
Έτσι όταν ο Ζάχος σου πρότεινε να πάτε μαζί στην Θεσσαλονίκη δέχτηκες με φανερή χαρά και με κρυφή αμηχανία. Δεν σε περίμεναν και πολλά στη Θεσσαλονίκη, ούτε αλλού.
Καλό παιδί αυτός ο Ζάχος,  ανυπομονούσε να δει κάποια κοπέλα. Εσύ όμως;
Τι να πας να κάνεις;
Πήγες να δεις την αδερφή σου, για ένα καφέ, μετά βέβαια  θα έλεγες  κάποια αόριστη ιστορία
για κάποια αόριστη σχέση. Καλά.
Το απόγευμα ξεκινήσατε για να επιστρέψετε. Σ' όλη την διαδρομή άκουγες  ιστορίες για τη φοιτητική ζωή στην Αγγλία. Ο καθένας πιστεύει ότι η ζωή του είναι συναρπαστική και πρέπει να την διηγηθεί οπωσδήποτε για να μεταλάβουν οι άλλοι. Όλα κανονικά δηλαδή. Κάπου έξω απ την Καβάλα γινόταν έργα στο δρόμο. Στο πλάι είχε ξερό ρέμα. Μπροστά πήγαινε ένα παλιό μπεμβέ. Από το απέναντι ρεύμα εμφανίστηκε μια νταλίκα, το μπεμβέ βγήκε από την πορεία του έπεσε πάνω στην νταλίκα κι έγινε μύλος. Μέσα σε δευτερόλεπτα βρέθηκε στο ρέμα. Ο Ζάχος επέμενε να σταματήσετε, τότε ακόμα δεν υπήρχαν κινητά. Επέμενε και να κατέβεις στο ρέμα μαζί με τους άλλους που είχαν μαζευτεί. Έπρεπε να δώσετε βοήθεια αλλά αυτός δεν άντεχε το αίμα. Σε παρακάλεσε θερμά να κατέβεις. Κατέβηκες. Ήταν κι άλλοι. Είχαν σταματήσει πολλά αυτοκίνητα. Πάνω από το κεφάλι σου γυναίκες έριχναν φως με φακούς. Βγάλατε έναν από το αυτοκίνητο, αλλά ήταν ο συνοδηγός. Ο οδηγός που ήταν; Ο οδηγός ήταν αρκετά πιο πέρα, άσχημα χτυπημένος, πολύ άσχημα, έτρεμε.
Ήσουνα σίγουρος ότι δεν έπρεπε να μετακινηθεί, το είπες, το φώναξες, αλλά όχι αρκετά. Έπρεπε να σκεπαστεί μέχρι να έρθει βοήθεια, αλλά τότε κινητά δεν υπήρχαν, κανένας δεν έφευγε να ειδοποιήσει κι όλοι έκαναν σαν τρελοί. Ο γυναίκες πάνω στον δρόμο φώναζαν. Ήσουνα ο πιο μικρός εκεί πέρα και όλοι ήταν απόλυτοι στο λάθος τους. Υποχώρησες.
Τον έπιασες από τους ώμους, τουλάχιστον να προσπαθήσεις να μην τρανταχτεί πολύ και όλοι μαζί τον ανεβάσατε. Αλλά ήταν απότομο το ανέβασμα κι έκανε κρύο... ήταν δύσκολο.
Τελικά τον βάλατε σ' ένα αυτοκίνητο, δεν έμαθες αν τον πήγε αυτό ή αν ήρθε ασθενοφόρο, δεν έμαθες αν τον σώσατε ή αν τον σκοτώσατε, ο Ζάχος είπε πως αρκετά ανακατευτήκατε, ήσασταν στρατιώτες, έπρεπε να γυρίσετε στην μονάδα, δεν θέλατε μπλεξίματα, δεν θέλατε να αργήσετε.
Σε όλη την υπόλοιπη διαδρομή τον άκουγες να επαναλαμβάνει ότι κάνατε το σωστό, ότι ότι ότι…….
Αυτός έτσι κι αλλιώς ήταν επάνω. Δεν πλησίασε, δεν είδε, δεν συμμετείχε. Οι υπόλοιποι απλώς κάνανε λάθος, δεν ξέρανε. Εσύ ήξερες. Εσύ είδες. Ήσουν εκεί.
Και δεν έκανες αυτό που έπρεπε.
Και πέρασε καιρός γαμώ το.
«Θα φύγεις ποτέ στ' αλήθεια;» .
«Δε μ' αφήνεις να φύγω».

Πέμπτη 23 Αυγούστου 2012

ΤΑ ΛΑΚΚΟΒΗΚΙΑ ΤΟΥ ΠΑΓΓΑΙΟΥ . ( ΛΑΚΚΟΒΙΚΙΑ) (ΛΑΚΟΒΙΚΙΑ)


Στη ζωή κάθε ανθρώπου υπάρχουν κάποια πράγματα που τον σημαδεύουν, που συνδράμουν στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του.
Για μένα, τον μεγαλωμένο στην Παλαιοκώμη Σερρών η γνώση της κατά το ένα τέταρτο καταγωγής μου από τα Λακκοβήκια του Παγγαίου, ήταν μια παράμετρος της ζωής μου. Διασκεδαστική ίσως, όχι όμως καθοριστική. Άλλωστε κρατούσα ρίζα γερή από τον Πόντο και από την ίδια την Παλαιοκώμη, ενώ έτυχε να γεννηθώ στην Γερμανία.
Άσε που ακούγοντας τις ιστορίες της γιαγιάς μου ήξερα πως είχα σπόρο και από τη Σμύρνη αλλά και από τη Ρωσία. Μπέρδεμα. Πολλές πατρίδες. Οι πιο πολλές χαμένες και μακρινές. Πολλές πατρίδες και μια από αυτές ήταν το παλιό χωριό, τα Λακκοβήκια του Παγγαίου. Ε, και;  Δεν είχα αγάπη γι αυτόν τον τόπο, μόνο λίγη περιέργεια. Κάποιες σκόρπιες διηγήσεις των μεγαλυτέρων για μια ανθούσα κοινότητα επάνω στο βουνό, που πλέον έχει εγκαταλειφτεί, μια ακαθόριστη αταβιστική ανάμνηση κεφαλαιοχωρίτικης αίγλης, ένα κάτι τέλος πάντων υπήρχε, όμως δεν ήταν το πιο σημαντικό.
Μέχρι που πήγα!
Πρωτομαγιά του 1978. Μια βαρετή διαδρομή στην πλατφόρμα ενός τρακτέρ. μια απροειδοποίητη ύπαρξη ενός χωριού κι εκεί που δεν το περίμενα να εμφανιστεί, αυτό εμφανίστηκε σαν από το πουθενά, σαν να κρυβόταν. Δεν μου το βγάζεις απ το μυαλό, κρυβόταν. Aλήθεια, ήταν τόσο οικείο, τόσο όμορφο, ήταν μαγικό. Από τότε, ποτέ δεν έπαψα να θεωρώ τα Λακκοβήκια κάτι ξεχωριστό για μένα. Δεν ήταν η αγάπη ούτε η νοσταλγία που με έκαναν να νοιώσω έτσι. Ήταν η γοητεία που άσκησε πάνω μου ο χώρος. Γοητευμένος λοιπόν τα εξερεύνησα όσο μπορούσα κι όποτε μπορούσα. Μετά ήρθε η ζωή να με απομακρύνει και οι επισκέψεις μου έγιναν σπάνιες, πέρασε καιρός και στα σαράντα μου χρονιά ο τόπος με κάλεσε ξανά, διεκδικώντας το μερίδιο που του αναλογούσε πάνω μου.
Στον ύπνο μου έβλεπα το χωριό κατοικημένο, στη σκέψη μου γυρνούσαν εικόνες που είχα δει και άλλες φανταστικές. Έτσι ξαναπήγα!
Βρήκα ένα χωριό γκρεμισμένο με κάποιες αμφίβολης αισθητικής αναπαλαιώσεις. «Εδώ χωριό δεν γίνετε ξανά» μου είπε ένας φίλος μου.
«Μόνο σωροί από πέτρες». Γοητεύτηκα και πάλι κι άρχισα να ψάχνω.
Η λέξη γοητεία είναι παράξενη. Τη λέμε για να περιγράψουμε κάτι που μας άρεσε κ μας εντυπωσίασε. Έχει όμως την ίδια ρίζα με τη λέξη γητεία, που σημαίνει μάγεμα. Εγώ πάντως δεν εντυπωσιάστηκα απλώς. Αισθάνθηκα δεμένος. Για μένα είναι μονόδρομος να ασχοληθώ με το θέμα και θα το κάνω με τον δικό μου απλοϊκό τρόπο. Ίσως κάποτε ένας επιστήμονας χρησιμοποιήσει ένα μέρος του πονήματος μου για να γράψει ένα πραγματικό βιβλίο.
τα Λακκοβηκια του Παγγαίου. . . . αυτή λοιπόν είναι η ιστορία τους.

Στα ελληνιστικά χρονιά η πόλη της Αμφιπόλεως ανθεί και μαζί μ αυτήν τα γύρω πολίσματα. Αυτό συνεχίζεται και στα χρόνια μετά τη Ρωμαϊκή κατάκτηση. Στη θέση του σημερινού κάμπου, στην κάτω κοιλάδα του Στρυμόνα, βρίσκεται ακόμη η Λίμνη-Βάλτος του Αχινού. Ακολουθούν τα Βυζαντινά χρόνια γεμάτα ανακατατάξεις επιδρομές και ανασφάλεια. Η Αμφίπολη καταστρέφεται πιθανόν από τον καταστροφικό σεισμό του 620 Μ.Χ. Δημιουργείται η Χρυσούπολη κοντά στη θάλασσα και άλλοι μικρότεροι οικισμοί. Η περιοχή ονομάζεται πλέον Πωπολία. Το σημείο που μας ενδιαφέρει βρίσκεται κάτω από το ένα υδραγωγείο της Αμφιπόλεως και δίπλα από ένα λατομείο. Ο χώρος διαθέτει τάφους αρχαίους. Βρισκόμαστε δηλαδή σε σημείο γνωστό στους Αμφιπολίτες και σε απόσταση περίπου 12 χιλιομέτρων από την αρχαία πόλη. Για την χρονολογία της δημιουργίας του χωριού μας μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε. Η πρώτη φορά που κατοικήθηκε το σημείο που βρίσκονται τα Λακκοβήκια, τοποθετείται στα αρχαία χρόνια. Αυτό προκύπτει από τα γραφόμενα του Αστέριου Γούσιου το 1894, στο έργο του «Η κατά το Παγγαίον χώρα». Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγει και ο Στ. Μερτζίδης στο βιβλίο του « Αι χώραι του παρελθόντος και οι εσφαλμένες τοποθετήσεις των» το 1885. Μάλιστα ο τελευταίος δηλώνει πως στον κώδικα της Μονής Εικοσιφοίνισας υπήρχαν έγγραφα του 11ου αιώνα, που ανέφεραν πως το πρώτο όνομα των Λακκοβηκίων ήταν Λαοδίκεια και αποτέλεσαν καταφύγιο των Αμφιπολιτών κατά τις Βαρβαρικές επιδρομές. Δυστυχώς αυτό δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί, καθώς τα αρχεία της Μονής έχουν κλαπεί από τους Βούλγαρους το 1917. Έτσι δεν είναι ακόμη δυνατή η μελέτη τους. Ελπίζουμε πως στο μέλλον αυτό θα αλλάξει. Την αρχαιότητα του οικισμού μας την δηλώνουν και τα ευρήματα που κατά καιρούς έχουν έρθει στο φως, τις περισσότερες φορές τυχαία, ενώ περιμένουμε πως η αρχαιολογική σκαπάνη θα μας δώσει περισσότερα στοιχεία.
 Ο κίνδυνος της ελονοσίας αλλά και ο φόβος των επιδρομών ανάγκασαν τους κατοίκους να ανεβούν επάνω στο βουνό, σε τοποθεσία αθέατη και κρυφή για τους ξένους, αλλά με πρόσβαση στην θάλασσα και στον κάμπο γύρω από την Αμφίπολη. Από την νέα τους κατοικία οι Λακκοβηκιώτες πλέον μπορούν να ελέγχουν μια περιοχή που εκτείνεται από το σημερινό Ορφάνι εώς την περιοχή της νέας Μεσολακκιάς. Λίγα πράγματα μας είναι γνωστά γι αυτήν την περίοδο. Μια αναφορά στο χρυσόβουλο του Μαρμαρίου στα τέλη του δεκάτου τετάρτου αιώνα κάνει λόγο για το χωρίον της Λουκκοβικείας, όνομα σπαζοκεφαλιά που δυσκολευόμαστε να ετυμολογήσουμε. Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας υπάρχουν αναφορές σε μοναστηριακά έγγραφα της Λοκκοβικίας. Ο οικισμός υπάρχει και γραφεί την δική του ιστορία σε καιρούς δύσκολους με μόνο μέλημα την επιβίωση.
Ώρα για μια παρένθεση, γιατί κινδυνεύω να τα πω όλα και να τελειώσει το κείμενο πριν την ώρα του.
Όταν επισκέφτηκα την ορεινή περιοχή πάνω από τις Σέρρες, μέχρι τον Λαηλιά, κατάλαβα τι ήταν αυτό που έκανε τα Λακκοβήκια μοναδικά. Ενώ εκεί βρήκα ένα σύμπλεγμα χωριών κατοικημένων κι εγκαταλειμμένων, στο Παγγαίο το χωριό που μας ενδιαφέρει έστεκε μόνο του επάνω στο βουνό και μάλιστα έπρεπε να ζοριστείς για να πιστέψεις ότι θα συναντούσες σπίτια σε όλη την διάρκεια της ανάβασης προς αυτό. Παρ όλα αυτά η τοποθεσία ήταν σοφά διαλεγμένη. Κρυφή αλλά και με άμεση πρόσβαση στις πλουτοπαραγωγικές πηγές της περιοχής. Κοντά στην θανάσιμη ανάσα της παλιάς λίμνης αλλά με υπέροχο κλίμα. Δεν ήταν χωριό, ήταν η Σάγκρι λα του Παγγαίου. Βέβαια εδώ οι κάτοικοι έπρεπε να αντιπαλεύουν συνέχεια τα στοιχεία της φύσης προκειμένου να εξασφαλίσουν την επιβίωση της κοινότητας τους, Όμως η πρόοδος ήταν φανερή και ακόμη κι αυτοί που σνόμπαραν τους φεγγαράδες αναγκαζόντουσαν να παραδεχτούν πως ήταν τελικά πιο ξύπνιοι από όλους στην περιοχή. Είμαι σίγουρος ότι τους διαφοροποιούσε το ομαδικό πνεύμα που τους διακατείχε και τους έκανε να πηγαίνουν πιο μπροστά όλοι μαζί. Είναι κάτι που το είδα με τα μάτια μου να λειτουργεί στους σημερινούς Μεσολακιώτες αν και κάπως ξεθυμασμένο.
Κλείσιμο της παρένθεσης.
Συνέχεια της ιστορίας μας.
Ο καιρός περνά και το χωριό μας στέκεται με σιγουριά στο βουνό. Η περιοχή είναι άμεσα εξαρτημένη από το Άγιο Όρος, το οποίο έχει μετόχια και ιδιοκτησίες εδώ. Οι δραστηριότητες της εποχής ακολουθούν διαφορετικούς δρόμους από τους σημερινούς. Τα βουνά είναι ζωντανά. Άλλωστε το λιμάνι του Τσάγεζι, στις εκβολές του Στρυμόνα(συνωνυμία με το Τσάγεζι στις εκβολές του Πηνειού), βρίσκετε πολύ κοντά, κάτι που κάνει τα Λακκοβηκια κέντρο εμπορίου. Τα καπνά και το βαμβάκι της περιοχής είναι ονομαστά, η κτηνοτροφία ανθεί επίσης και οι Τούρκοι ονομάζουν το χωριό «Τσομπάν-κιόϊ », χωριό των βοσκών. Πέτρινα μονοπάτια ανοίγονται στο βουνό και χτίζονται γεφύρια που θυμίζουν Ήπειρο. Άλλωστε υπάρχει στο χωριό διακριτή η Ηπειρώτικη αρχιτεκτονική.
Αυτό οφείλετε στην εγκατάσταση Ηπειρωτών μαστόρων γύρω στα τέλη του δέκατου όγδοου αιώνα. Προβλήματα επιβίωσης; Ταραχές στην πατρίδα τους; Δεν ξέρουμε τους λόγους που τους έφεραν κοντά μας, πάντως τελικά αφομοιώνονται από τον ντόπιο πληθυσμό και μόνο κάποια επώνυμα όπως Γουσιος μένουν να μας θυμίζουν αυτή την μετοίκηση. Τα υπόλοιπα επώνυμα πιστοποιούν την Ελληνικότητα του χωριού, Παράσχος, Χαρουπας, Βασιος, Τσιακαλος είναι μερικά από αυτά. Οι κάτοικοι όλοι μιλάνε και τραγουδάνε στην Ελληνική γλώσσα. Λίγο ακατέργαστη αλλά ατόφια. Άλλες εθνότητες δεν μένουν εδώ. Κάποιοι Οθωμανοί υπάλληλοι κατοικούν στις παρυφές του χωρίου, ενώ στα πέριξ υπάρχουν στάνες καθώς και μικροί οικισμοί Τούρκων Κονιάρων (εκ του Ικονίου) . Έτσι οι Λακκοβηκιωτες συνηθίζουν για ασφάλεια να μετακινούνται κατά ομάδες όταν απομακρύνονται. Το κλίμα είναι ιδανικό και οι φυματικοί ανεβαίνουν τακτικά για να αναρρώσουν.
Η εποχή της Οθωμανικής Ειρήνης (ναι υπήρχε και τέτοια) όμως βαίνει στο τέλος της. Γεγονότα μεγάλης βαρύτητας συμβαίνουν στη Βαλκανική. Ξεσπά η Ελληνική επανάσταση και όσο κι αν φαίνεται μακρινή δρομολογεί γεγονότα που θα αλλάξουν για πάντα τα πράγματα ακόμη και σ αυτήν την ήρεμη γωνιά που μελετάμε.
Οι Ρώσοι θέλουν το κράτος που θα προκύψει διέξοδο γι αυτούς στο Αιγαίο.
 Οι Άγγλοι το προτιμούν φράγμα στην Ρωσική κάθοδο. Κερδίζουν οι δεύτεροι. Αναγκαστικά ο Τσάρος επανεφευρίσκει τον Βουλγαρικό εθνικισμό. Η Μακεδονία και η Θράκη μπαίνουν στο μάτι του κυκλώνα.
Βρισκόμαστε στο έτος 1870 όταν ανακηρύσσεται κ αναγνωρίζεται από τους Οθωμανούς η Βουλγαρική Εξαρχία. Ο Παντισάχ έχει τους δικούς του λόγους να πραγματοποιήσει αυτή την αναγνώριση. Είναι η μείωση της Ελληνικής επιρροής στην επικράτεια του και αυτό είναι απόλυτα κατανοητό. Οι Βούλγαροι θέλουν να απομακρύνουν τους βουλγαρόφωνους από την ελληνική παιδεία και να τους ωθήσουν να δηλώσουν ομοεθνείς τους, κάτι που μεσομακροπρόθεσμα θα τους επιτρέψει να διεκδικήσουν οθωμανικά εδάφη. Το πατριαρχείο τους ανακηρύσσει σχισματικούς. Η πατρίδα κοιμάται. Ολόκληρες περιοχές προσχωρούν στον Σλαβισμό, ο οποίος διαθέτει ρούβλια από την Ρωσία, κατηχητές εμπόρους, διανοούμενους , ιερωμένους και ρωσικά όπλα. Όμως η περιοχή του Παγγαίου, όπως και άλλες, μένει παγερά αδιάφορη. Ακόμη και σε Βουλγαρικούς αλυτρωτικούς χάρτες της εποχής εμφανίζετε κατοικημένη το πλείστον από Ελληνικούς πληθυσμούς. Το μόνο που αποτολμά η Βουλγαρική προπαγάνδα σε εθνολογικές μελέτες της είναι να εμφανίζει τον καζά της Ζίχνας να κατοικείται από λιγότερους ανθρώπους ώστε να τους βγουν συνολικά τα νούμερα που θέλουν. Μάταιος κόπος. Τα παιδιά του βουνού είναι και αισθάνονται Έλληνες. Τότε στα 1885 τα Λακκοβήκια ανακαλύπτουν τον Μακεδονικό αγώνα πριν καν τον υποπτευθεί το κράτος των Αθηνών, πριν δράσει ο Ίωνας Δραγούμης και ο Παύλος Μελάς. 1885 και κατά την διάρκεια ενός γάμου στα Λακκοβήκια εμφανίζεται σώμα Βουλγάρων ληστανταρτών που αφού επιδράμει παίρνει μαζί του ομήρους Έλληνες και Τούρκους. Τελικά οι όμηροι απελευθερώνονται έναντι μεγάλου χρηματικού ποσού και συμβολικού χειροφιλήματος ως αναγνώριση εξουσίας στους κομιτατζήδες. Τα χρόνια της αθωότητας έχουν παρέλθει. Έχουμε πόλεμο. Ακήρυκτο μεν αμείλικτο δε.
Είναι μια περίεργη εποχή. Η Βουλγαρική κοινωνία θεωρεί αδιανόητη την μη προσάρτηση της ανατολικής Μακεδονίας. Άλλωστε το πιο μορφωμένο τμήμα της προέρχεται από εκεί. Οι Οσμανλήδες μοιάζουν τελείως αποπροσανατολισμένοι, έτοιμοι να διαλυθούν, το κίνημα των Νεότουρκων όμως, λίγο πριν τους βαλκανικούς πολέμους, θα καταστήσει σαφές ότι διαθέτουν ακόμη σθένος αξιόλογο και θα αναδείξει την μορφή του Κεμάλ. Η Ελληνική κοινή γνώμη αφυπνίζεται και τελικά το κράτος αναλαμβάνει την ευθύνη της διεξαγωγής του Μακεδονικού αγώνα.
Σκέψεις για εγκαθίδρυση ανταρτικών ομάδων στην Λίμνη του Αχινού, κατά το παράδειγμα της Λίμνης των Γιαννιτσών απορρίπτονται, καθώς εδώ ο υδάτινος όγκος περιτριγυρίζεται από υψώματα έτσι που θα ήταν εύκολη η επισήμανση και εξουδετέρωσή τους.
Στον Καζά της Ζίχνας και στην περιοχή του Παγγαίου δρα κυρίως το σώμα του Δούκα με συμμετοχή πολλών ντόπιων ανάμεσα τους και Λακκοβηκιοτών. Επίσης το σώμα του Νταή Κωνσταντίνου ( Τσιάρα). Μας διασώζονται τα ονόματα : Φραγκάλας Κωνσταντίνος του Ευαγγέλου, Τσέλιος  Άγγελος του Γεωργίου , Γοργίας Βασίλειος του Ευθυμίου, Τσιάμης (Ηλιάδης)Ιωάννης, Σταμπούλης (Καλόγηρος) Ευάγγελος και Κάλιος Νικόλαος οι οποίοι ήταν στρατολογημένοι στον ένοπλο αγώνα. Σίγουρα όμως υπήρχαν πολλοί περισσότεροι που ήταν αναμεμιγμένοι αν κρίνουμε από τα τοπικά μέλη της Φιλομούσου Αδελφότητας.
Στα 1894 και 1901 εκδίδονται τα βιβλία του Αστέριου Γούσιου«Η ΚΑΤΑ ΤΟ ΠΑΓΓΑΙΟΝ ΧΩΡΑ, ΛΑΚΚΟΒΗΚΙΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ» και «ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΟΣ ΜΟΥ» αντίστοιχα. Έργα μνημειώδη και πολύτιμα για όποιον θέλει να ασχοληθεί με το θέμα. Εκεί , μεταξύ άλλων, ο συγγραφέας επιχειρεί μια πολύ σοβαρή προσπάθεια ετυμολόγησης του ονόματος του χωριού, καταλήγοντας ότι μάλλον έχει σχέση με την κτηνοτροφική παράδοση των κατοίκων. Λάκκος με τα πρόβατα. «βήκα, πρόβατα, παρά του βηκάσθαι, ήτοι μυρηκάσθαι»  «βήκιον, πρόβατον» ή με την φράση «λάκκον βεβηκέναι». Κάτι που προφανώς δεν συμμερίσθηκαν οι κρατικοί υπάλληλοι στα χρόνια μετά την απελευθέρωση.
Εκείνη την περίοδο τα Λακκοβήκια βρίσκονται στην μεγαλύτερη ακμή τους.
Διατηρούν βιβλιοθήκη 1200 τόμων, καθώς και σχολείο και αστική σχολή. Περισσότεροι από 250 μαθητές και μαθήτριες φοιτούν σε αυτά σύμφωνα με τα γραφόμενα του Γούσιου.
Στα 1912 ξεκινά ο πρώτος Βαλκανικός πόλεμος με επακόλουθα την συντριβή της Τουρκίας αλλά και μία ρευστή κατάσταση στα νεοκατακτημένα εδάφη μια και κατά την σύναψη της Βαλκανικής συμμαχίας δεν υπήρξε καμία συμφωνία για το μοίρασμα αυτών.
Η περιοχή μας είναι ένα από τα σημεία που συνορεύουν οι Ελληνικές και οι Βουλγαρικές δυνάμεις.
Έτσι τον Μάιο του 1913 εξελίσσονται τα λεγόμενα Γεγονότα του Παγγαίου, όταν οι Βούλγαροι επιτίθενται αιφνιδιαστικά κατά των ελληνικών θέσεων στο Παγγαίο όρος και στη Νιγρίτα.
Ο στρατηγός Μανουσογιαννάκης τηλεγραφεί στην Αθήνα :
«Ελθών προς ενίσχυσην 7ης μεραρχίας εύρων αυτήν εν αποσυνθέσει και μή διαθέτουσαν ουδεμίαν συντεταγμένην δύναμιν. Προσπαθώ να περισώσω ό,τι δύναμαι. Άπασα έκτασις ΒΑ Παγκαίου κατελήφθει υπό Βουλγάρων. » (Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι Σόλων Γρηγοριάδης εκδόσεις εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ)
Ακόμη ένας πόλεμος λοιπόν, ο Δεύτερος Βαλκανικός, όπου Ελλάδα, Σερβία, Μαυροβούνιο, Τουρκία και Ρουμανία αντιπαρατίθενται με την Βουλγαρία, η οποία φυσικά ηττάται. Έτσι στα 1914 η Ελληνική επικράτεια φτάνει μέχρι τον Νέστο.
Τα Λακκοβήκια ανήκουν πλέον στο Ελληνικό κράτος. Βέβαια τα Βουλγαρικά στρατεύματα έχουν πραγματοποιήσει τον πρώτο εμπρησμό του χωριού και οι κάτοικοι έχουν περάσει δια πυρός και σιδήρου, όμως μια νέα περίοδος, ειρηνική αρχίζει.
Μέγα λάθος.
Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος ξεκινάει αμέσως μετά το τέλος των Βαλκανικών και το αλέτρι εξακολουθεί να σκουριάζει.Το τουφέκι θα μιλήσει ξανά.
Η χώρα μας επιλέγει κατ αρχάς να μείνει ουδέτερη, κάτι που δεν είναι όμως καθόλου εύκολο.
Στα 1915 η Βουλγαρία μπαίνει στον πόλεμο ως σύμμαχος των Γερμανών.
Οι πιέσεις για να πάρουμε κι εμείς θέση είναι αφόρητες.
Τελικά οι Γερμανοί, προκειμένου να σεβαστούν την ουδετερότητά μας θέτουν ως όρο να παραχωρηθεί στην Βουλγαρία προσωρινά η περιοχή από τον Νέστο μέχρι τον Στρυμόνα.
Ο Βασιλιάς δέχεται και οι Βούλγαροι επιστρέφουν στα 1916 προς μεγάλη απογοήτευση των κατοίκων.
Πολλοί είναι αυτοί που επιλέγουν να μεταναστεύσουν στις Ελληνοκρατούμενες περιοχές γνωρίζοντας τι θα επακολουθήσει.
Αυτοί που μένουν αντιμετωπίζουν τα σχέδια των γειτόνων για εκβουλγαρισμό της περιοχής.
Τα χωριά Σέμαλτο (Μικρο Σούλι), Προβίστα (Παλαιοκώμη) και Λακκοβήκια καίγονται ολοσχερώς.
Οι κάτοικοι έχουν διορία μίας ώρας για να τα εκκενώσουν.
Καταγράφονται δολοφονίες, κακοποιήσεις γυναικών και λεηλασίες.
Οι περισσότεροι μεταφέρονται στο Ροδολίβος, άλλοι στην Ελευθερούπολη.
Καταναγκαστική εργασία, τρομοκρατία και βια αποτελούν την καθημερινότητά τους.
Τότε ο Βενιζέλος έρχεται στην Θεσσαλονίκη όπου δημιουργεί ξεχωριστή κυβέρνηση και μπαίνει στον πόλεμο στο πλευρό των Αγγλογάλλων.
Η αντίδραση των κατακτητών είναι άμεση και τρομερή. Όλοι οι άντρες από 14 έως 60 ετών στέλνονται όμηροι στην Βουλγαρία σε στρατόπεδα συγκέντρωσης για να εργαστούν υπό απάνθρωπες συνθήκες σε ορυχεία, κατασκευή σιδηροδρόμων ή αγροκτήματα. Λίγοι θα επιστρέψουν. Η τύχη των γυναικόπαιδων που μένουν πίσω είναι κι αυτή τραγική. Κυριολεκτικά πεθαίνουν στην πείνα, ενώ υφίστανται κάθε είδους τρομοκρατία και βία.
Έχουμε να κάνουμε με συστηματική γενοκτονία.
Λίγο καλύτερη είναι η τύχη αυτών που επιλέγουν να μεταφερθούν με τις οικογένειές τους στην Βουλγαρία . Αυτοί συνήθως εργάζονται σε χωράφια σε καλύτερες συνθήκες.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του ερυθρού σταυρού μεταφέρθηκαν περίπου 70.000 όμηροι από τους οποίους οι μισοί δεν γύρισαν ποτέ, αλλά και αυτοί που επέστρεψαν ήταν σε τόσο κακή κατάσταση , ώστε σε λίγο καιρό υπέκυπταν σε ασθένειες και πέθαιναν. Επίσης, μεγάλος αριθμός ζώων και αγροτικών προϊόντων κατασχέθηκε.
Το τέλος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου βρίσκει την περιοχή ρημαγμένη και με τον πληθυσμό αποδεκατισμένο.
Οι Λακκοβηκιώτες μένουν σε παράγκες υπό άθλιες συνθήκες.
Έγγραφο της νομαρχίας Σερρών κάνει λόγο για ανάγκη περίθαλψης των κατοίκων του Σέμαλτου, της Προβίστας και των Λακκοβηκίων. Σύμφωνα με έγγραφα του Ερυθρού Σταυρού το χωριό καταστράφηκε ολοσχερώς (C.W. Blegen, Diary 6 November to 3 December 1918. ) . Ο Αξιωματικός διοίκησης Δημήτριος Καλιαγκάκης δηλώνει ενώπιον της αρμόδιας Διεθνούς Διασυμμαχικής επιτροπής το 1919 :
« Πολλά χωριά ήταν τελείως κατεστραμμένα και μερικά αποτελούνταν από σωρούς λίθων που αποκάλυπταν τη θέση των χωριών. Μεταξύ των πλέον κυριοτέρων αναφέρω τα Λακοβίκια , την Πρόβιστα και το Σέμαλτον . Το πρώτο κατοικούμενο χωριό που συναντήσαμε ήταν το Ροδολείβος»,ενώ ο Γεώργιος Καραθανάσης, λοχαγός πεζικού ενώπιον της ίδιας επιτροπής, δηλώνει :
 «Στην προέλασή μας περάσαμε από το χωριό Λιακοβίκια, τα οποία είχα επισκεφτεί στα 1915. Τότε είχε 500 σπίτια. Δεν βρήκα παρά μόνο μερικές πέτρες και μερική ξυλεία. Στην περιοχή των χαρακωμάτων και τα βουλγαρικά αμπριά που επισκεφτήκαμε ήταν γεμάτα έπιπλα τα οποία πήραν από χωριά οι Βούλγαροι με τη βία από τα σπίτια».( Τετράδια Βουλγαρικής Κατοχής: Ανατολική Μακεδονία 1916 – 1918. Πρακτικά εξετάσεων μαρτύρων και πορίσματα της Διεθνούς Επιτροπής για την παραπομπή των εγκληματιών στο Διεθνές Δικαστήριο, Επιμελητής Ρουδωμέτωφ Νικόλαος, Εκδόσεις: Ιστορικό και Λογοτεχνικό Αρχείο Καβάλας 2008)
Οι όμηροι επιστρέφουν με δικά τους μέσα, σε κατάσταση που απέχει πολύ από την ανθρώπινη. Ο Ερυθρός Σταυρός στέκεται έκπληκτος μπροστά στην απουσία πρόνοιας του Ελληνικού κράτους γι αυτούς τους ανθρώπους. Οι Βούλγαροι τους ζητάνε εισιτήρια όταν ανεβαίνουν στα τραίνα επιστροφής. Ένα δράμα το οποίο μένει ξεχασμένο, επισκιασμένο από την μετέπειτα Μικρασιατική Καταστροφή και τις συνέπειές της.
Το χωριό βέβαια ξαναχτίζεται. Κάποια σπίτια όμως θα μείνουν για πάντα ερείπια.
Δημιουργείται ο οικισμός των Κάτω Λακκοβηκίων στην θέση του σημερινού Οφρυνίου, ο πυρήνας του πληθυσμού του οποίου είναι αρχικά Λακκοβηκιώτικος και κατόπιν συμπληρώνεται από Μικρασιάτες πρόσφυγες.
Βρισκόμαστε στα τέλη της δεκαετίας του είκοσι όταν η αμάθεια κάποιων κρατικών υπαλλήλων τους κάνει να θεωρήσουν το όνομα του χωριού σλαβικό και το μετατρέπουν σε Μεσολακκιά. Ας είναι. Η λίμνη- βάλτος του Αχινού αποξηραίνεται στα επόμενα χρόνια δημιουργώντας νέα καλλιεργήσιμα εδάφη.
Ο Δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος ξεσπά το 1940 και σαν αποτέλεσμα έχει νέα Βουλγάρικη κατοχή για την περιοχή από τον Νέστο μέχρι τον Στρυμόνα. Βούλγαρος δάσκαλος ,Βούλγαρος παπάς και κοινοτάρχης εγκαθίστανται στο χωριό, ενώ πολλοί κάτοικοι επιστρατεύονται σε τάγματα καταναγκαστικής εργασίας τα λεγόμενα Ντρουρντουβάκια. Γενικά όμως αυτή η κατοχή είναι ελαφρώς ηπιότερη των προηγούμενων. Οι Βούλγαροι προσπαθούν περισσότερο να προσεταιριστούν παρά να εξοντώσουν.
Οι ακρότητες όμως δεν λείπουν και τώρα.
Η απελευθέρωση στα 1945 μας φέρνει όχι την ανάσταση αλλά τον εμφύλιο πόλεμο με δραματικές καταστάσεις και βαρβαρότητες εκατέρωθεν.
Η καλλιέργεια των αγρών γίνεται επικίνδυνη υπόθεση καθώς ελοχεύει ο κίνδυνος καθόδου των ανταρτών και της βίαιης στρατολόγησης των χωρικών. Η λήξη του αδελφοκτόνου πολέμου αφήνει πληγές που θα αργήσουν να κλείσουν.
Τελικά βέβαια έρχεται η πολυπόθητη ειρήνη και τα Λακκοβήκια επανακάμπτουν. Το χωριό εξαντλημένο και με πολλά από τα παιδιά του νεκρά ή φευγάτα, ξαναβρίσκει τον δρόμο προς την πρόοδο. Έχουμε και πάλι να κάνουμε με το κέντρο των εξελίξεων στο Παγγαίο.
Ότι όμως δεν κατάφεραν να κάνουν οι αλλεπάλληλοι πόλεμοι, θα το καταφέρει τελικά η έλλειψη δρόμου και η απόσταση των χωραφιών κάτι που εξαντλεί τους κατοίκους και κάνει τους κόπους τους να είναι χωρίς αντίκρισμα. Οι Λακκοβηκιώτες περπατούσαν ατελείωτα χιλιόμετρα μέχρι να φτάσουν στα χωράφια τους και πολλές φορές αναγκάζονταν να μένουν για μέρες σε παράγκες μακριά από τα σπίτια τους, μέχρι να τελειώσουν τις αγροτικές εργασίες, που δεν μπορούσαν να περιμένουν. Προβλήματα είχαν και οι μαθητές του Γυμνασίου που έπρεπε να νοικιάζουν σπίτια σε άλλες κωμοπόλεις. Όσο γι αυτούς που αντιμετώπιζαν θέματα υγείας είχαν μπροστά τους έναν Γολγοθά. Γενικά οι κάτοικοι του παλιού χωριού κατέβαλαν τεράστιες προσπάθειες προκειμένου να επιβιώσουν, να μορφωθούν και να απολαύσουν βασικά αγαθά. Από την άλλη οι λόγοι που έκαναν αναγκαία στο παρελθόν την άνοδο σε ορεινές τοποθεσίες, πόλεμοι, επιδρομές, ελονοσία είχαν εκλείψει (καθώς και η Λίμνη του Αχινού αποξηράνθηκε την περίοδο 1928-1932). Έτσι οι Λακκοβηκιώτες είχαν να διαλέξουν ανάμεσα σε δύο λύσεις.
 Η μία ήταν να αφήσουν το χωριό να παρακμάσει και να οδηγηθεί σε έναν αργό θάνατο. Η άλλη λύση, που τελικά επιλέχθηκε, ήταν να το μεταφέρουν σε ένα καλύτερο σημείο. Έτσι θα εξασφάλιζαν την επιβίωση της κοινότητας, έστω και σε μία άλλη τοποθεσία.
Το 1965 η κοινότητα εγκαταλείπεται για να δημιουργηθεί η Νέα Μεσολακκιά, 12 χιλιόμετρα κάτω από την τοποθεσία του παλιού χωριού στην θέση Παναήρι (την Πανυγηρίστρα των υστεροβυζαντινών χρόνων).
 Πολύ γρήγορα αυτή ακμάζει και γίνεται πρότυπο για τους γείτονές της. Δυστυχώς όμως τα παλιά σπίτια στα Λακκοβήκια εγκαταλείπονται στο έλεος της φθοράς του χρόνου και σε όποιον θέλει να βρει δωρεάν οικοδομικά υλικά ή να δοκιμάσει την τύχη του σαν κυνηγός θησαυρών.
Σήμερα δεν απομένουν και πολλά πράγματα, ούτε πολλές ελπίδες για τα Λακκοβήκια. Το γεγονός ότι τα περισσότερα σπίτια έχουν μπερδεμένο ιδιοκτησιακό καθεστώς, αφού δεν έχουν ξεκαθαρίσει τα λεγόμενα κληρονομικά, κάνει δύσκολη την αξιοποίησή τους. Αυτοί που μεγάλωσαν στο παλιό χωριό διακατέχονται από νοσταλγία γι αυτό, ενώ η καινούρια γενιά που στερείτε αναμνήσεων έχει μια διάθεση επανασύνδεσης με αυτό.
Τα Λακκοβήκια στέκουν εκεί, περιμένοντας τα παιδιά τους να τα ανακαλύψουν και πάλι.
Άλλωστε έχουν δει και έχουν περάσει πολλά, δεν θα πέσουν έτσι εύκολα στη λήθη.
Μόνο κάποιοι ρομαντικοί επιμένουν στην αναβίωση τους.
Όμως αν κοιτάξουμε γύρω μας, ό,τι αξίζει πραγματικά δημιουργήθηκε από κάτι τέτοιους ρομαντικούς. Από αυτούς που οι πολλοί τους λέγανε ονειροπόλους και τους κάνανε να γελάνε με τις εμμονές τους.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-Δ. Αγορίτσας, Ιστορική Γεωγραφία του Στρυμόνα 7ος- 12ος αιώνας, Αδημοσίευτη πτυχιακή εργασία.
-Γούσιος Α., Η Κατά το παγγαίον χώρα, Λειψία 1894, Επανέκδοση από τις Εκδόσεις Καπάνι, Θεσσαλονίκη 1999.
-Μερτζίδης Στ. ,Αι χώραι του παρελθόντος και οι εσφαλμένες τοποθετήσεις αυτών, Αθήναι 1885.
- Ζωρογιαννίδης Κ. ,Ημερολόγιον πορειών και πολεμικών επιχειρήσεων 1912-13, Εκδόσεις Ιδρυμα Μελετών χερσονήσου του Αίμου 1975.
- Θεοχαρίδη Γ., Κατεπανίκια της Μακεδονίας, Εκδόσεις Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών Θεσσαλονίκη 1954.
 - Καντσώφ Β., Εθνογραφία και στατιστική Makedonia Ethnographia Statistica , Σόφια 1900.
-Κοκκίνης Ν.,  Η Μεσολακκιά Σερρών, Ιδιωτική έκδοση.
-Πραζιούτης Ι., Ζίχνη-Φυλλίδα Το χρυσάφι των Σερρών, Ιδιωτική έκδοση Νέα Ζίχνη 1997.
-Σαμσάρης Δ.,  Ιστορική γεωγραφία της Ανατολικής Μακεδονίας κατά την Αρχαιότητα, Εκδόσεις Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών 1976.
- Σαμσάρης Π., Βυζαντινοί Τόποι, Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών 2004.
-Σκαλίδης Φ., Κοντά στις ρίζες των Ελλήνων Το Παγγαίο μέσα στην ιστορία, Ιδιωτική έκδοση Θεσσαλονίκη 1981.
-Φιλιππίδης Ν., Μακεδόνικα - Περιήγησις τών έν Μακεδονία επαρχιών, 1876.
-Φυνδάνης Β., Το χρυσοφόρο Παγγαίο στην παγκόσμια ιστορία, Ιδιωτική έκδοση 2004.
- W. REGEL, E. KURTZ ET В. KORABLEV, ACTES DE..ZOGRAPHOU PUBLIES PAß, Aρχεία Μονής Ζωγράφου
-Κωνσταντίνος Μουστάκας, Η δημογραφική κρίση τον ύστερο Μεσαίωνα στον Ελληνικό χώρο η περίπτωση της Νοτιο-Ανατολικής Μακεδονίας (14ος-15ος ΑΙ.)
-Σόλων Ν.Γρηγοριάδης, Φοβερά Ντοκουμέντα οι Βαλκανικοί πόλεμοι,Εκδόσεις εφημερίδας«ΤΑ ΝΕΑ».
-Κ. Βακαλόπουλος, Το Μακεδονικό ζήτημα.
-Ο Μακεδονικός Αγών και τα εις Θράκην γεγονότα, Γεν. Επιτελείον Στρατού Διεύθυνσις Ιστορίας  1979.
-Χανδρινός Ιάσονας, Ο Β΄Βαλκανικός πόλεμος, Εκδόσεις εφημερίδας «ΕΘΝΟΣ».
-Καρλ Μέντελσον  Μπαρτόλντι,Επίτομη ιστορία της Ελληνικής επαναστάσεως.
-Κραβάρη Βασιλική, Αρχεία Μονής Παντοκράτορα.
- Ν. Ζήκος, Ο Ναός των Αγίων Θεοδώρων στα Λακκοβήκια.
- C.W. Blegen, Diary 6 November to 3 December 1918. ΑΡΧΕΙΑ ΕΡΥΘΡΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ
-Αφανείς γηγενείς Μακεδονομάχοι, Εκδόσεις Εταιρίας Μακεδονικών Σπουδών.
-«Γάμος και κομίται εν Λακχοβικιοις»,Αρχεία εφημερίδας «Φάρος της Μακεδονίας» 1885
 -Κάρτσιος Β., Η γεννοκτονία του Ελληνισμού της Ανατολικής  Μακεδονίας.
- Βασίλ Κάντσωφ, Εθνογραφία και στατιστική, 1900.
-Κυριάκου Παπακυριάκου, Ιστορία του νομού Σερρών κατά την Αρχαιότητα,Πηγή διαδυκτιακά.
-Παπασυνοδινός,Το χρονικό των Σερρών,  16ος αιωνας
-Τετράδια Βουλγαρικής Κατοχής: Ανατολική Μακεδονία 1916 – 1918., Πρακτικά εξετάσεων μαρτύρων και πορίσματα της Διεθνούς Επιτροπής για την παραπομπή των εγκληματιών στο Διεθνές Δικαστήριο, Επιμελητής Ρουδωμέτωφ Νικόλαος, Εκδόσεις: Ιστορικό και Λογοτεχνικό Αρχείο Καβάλας 2008
- Leake Martin William, Travels in Northern Greece, Λονδίνο 1835.
-Μάγδα Παρχαρίδου Αναγνώστου,Χειρόγραφη πρόθεση του 18ου αιώνα από τη Μονή Εικοσιφοίνισσας.
-Τσαρούχας Ι.-Μπονόβας Ν., Τα Μετόχια Γενίκιοι Αγιασμάτι Προβίστα της Μονής Παντοκράτορος Αγίου Όρους στην περιοχή Σερρών.
-Ιστορική Γεωγραφία της Ελλάδοις και της Ανατολικής Μεσογείου Συλλογικός τόμος, Επιμέλεια  Δρακούλης-Τσότσος Πανεπιστήμιο Αιγαίου τμήμαΓεωγραφίας ΑΠΘ Τμήμα Αρχιτεκτόνων Πολυτεχνικής σχολής
-Σχινάς θ.Νικόλαος, Οδοιπορικαί σημειώσεις  Μακεδονίας Ηπείρου, Αθήναι 1896.
- Ηροδότου Ιστορία.
- Αποστολίδης Δ.,Χρυσόβουλλο του Αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγου,
Περί τῶν κτημάτων τῆς Μονῆς Παντοκράτορος ἐν Μακεδονίᾳ καί Θάσῳ
Ἰανουάριος 1394.
-Ν. Ι. Μέρτζος , Εμείς οι Μακεδόνες, Εκδόσεις Κορνηλία  Σφακιανάκη 2004
ΑΡΘΡΑ


- Μπονόβας Ν., Το Ιστορικό ανοικοδόμησης και τοιχογράφησης του Καθολικού της Μονής Ξηροποτάμου Αγίου Όρους και η συμβολή των Σερραίων στην ολοκλήρωσή του τον 18ο Αιώνα,Άρθρο δημοσιευμένο στο περιοδικό Σερραϊκά σύμεικτα.
-Γ.Α.Πίκουλα, Τα Αρχαία υδραγωγεία της Αμφίπολης.
- Θ.Δ.Λυμπεράκη, Mύθοι και λατρείεςτου Παγγαίου.
- Xάιδω Κουκουλη-Χρυσανθακη, Aρχαια ιστορια και αρχαιοτητες.
-Καλλιόπη Λαζαρίδου, H αρχαία Aμφίπολη.
-Mιχάλη Βαβελίδη, Tο χρυσοφόρο Παγγαίο.
- N. Ζήκου, Tο Παγγαίο στους βυζαντινούς χρόνους.
- Γιάννα Μήτσου, Παραδοσιακή αρχιτεκτονική.
-Θόδωρος Γρηγοριάδης, Ο φύλακας στο βουνό.

Αναρτήθηκε από Γιόρτσιος Θ. Βαγγέλης